Οκτώ το πρωί και ακούω τα Ξύλινα Σπαθιά να τραγουδάνε το ''Ο βασιλιάς της σκόνης''.
Θρυλικό τραγούδι με την Ωραία Ελένη που τώρα θα'ναι γριά.
Αδιαφορώ τη δεδομένη στιγμή και γυρίζω πλευρό. Ω, θαύμα! Τα σπαθιά το βουλώνουν.
Λαγοκοιμάμαι για 3 δευτερόλεπτα κι ύστερα, το ίδιο τροπάριο.
Ανακάθομαι στο κρεβάτι μου και κοιτάζω την οθόνη του κινητού.
Τα γράμματα θολά. Τα γυαλιά μυωπίας, κλασσικά είχαν πέσει επί του πατώματος.
Anyway, με κόπο καταφέρνω και διακρίνω. ''Λεωνίδας σας καλεί''.
''Χεστήκαμε'', σκέφτομαι, αλλά το σηκώνω.
Ε μα, είναι φίλος ο μπαγάσας!
Ο Λεωνίδας ακούει τη βραχνή φωνή μου και με ρωτάει έκπληκτος -τάχα μου- <<Κοιμάσαι;>>
<<Όχι>>, απαντώ ειρωνικά, <<απλώνω τραχανά>>. Ο Λεωνίδας βάζει τα γέλια.
Αρχίζω και συνέρχομαι από το shock, στο μεταξύ.
Με τα χέρια μου ψαχουλεύω το πάτωμα.
Βιβλία,τετράδιο,μπλούζα(ασχολίαστον) και ωπ...τα γυαλιά.
Το τοπίο είναι πια ξεκάθαρο. Ποιος τυφλός δε θέλει το φως του;
Ο Λεωνίδας μου ανακοινώνει όλο χαρά, ότι έρχεται σε ένα τέταρτο να πιούμε καφεδάκι.
Δεν προλαβαίνω να πω τίποτα και μου έχει ήδη κλείσει το τηλέφωνο κατάμουτρα.
Η Δανάη -εγώ δηλαδή- κλασσικά πανικοβάλλεται.
Πετάγομαι από το κρεβάτι με το κινητό στα γόνατα.
Το κινητό, πέφτει κάτω και γίνεται σαν την μικρή Αννούλα μετά την έκρηξη.
<<Γαμήσου>>, λέω όλο ευγένεια και το συναρμολογώ.
Κοιτάζω τον καθρέφτη και μου λέω μια ρημαδοκαλημέρα.
Μια αναμαλλιασμένη κορασίδα -πιο αναμαλλιασμένη απ'ότι συνήθως- με κοιτάζει.
Στρώνω μαλλί, ανοίγω παντζούρια -Ήλιε μου, Ήλιε μου-,στρώνω κρεβάτι, σουλουπώνομαι γενικότερα
και αρχίζω να τριγυρνώ στο σπίτι ψάχνοντας την μάνα μου.
Μάνα πουθενά! Πανικοβάλλομαι ξανά.
Ανοίγω και κλείνω το ψυγείο -δείγμα αμηχανίας-.
Ύστερα, αχνά θυμάμαι ότι χθες μου είχε πει πως θα πήγαινε σε μια δημόσια υπηρεσία.
Ανακούφισις. Ανοίγω tv και τυχαία πετυχαίνω ant1.
Ο Θανάσης Πάτρας -είναι και συντοπίτης- μιλάει ακατάπαυστα.
Το βάζω στο mute και ησυχάζω.
Ξανά στο δωμάτιο και ανοίγω κουρτίνα. Το φως λίγο, αλλά από ολότελα...
Καταφθάνει και ο Λεωνίδας, λαμπερός και απαστράπτων.
Τα μαλλιά του ανακατεμένα ως συνήθως, ανταγωνίζονται τα δικά μου.
Κρατάει μια σακούλα φούρνου. <<Έφερα κρουασάν>>, μου ανακοινώνει
κι εγώ γνέφω καταφατικά.
Γενικώς, ενώ μιλάω πολύ, το πρωί είναι σαν να έχω καταπιεί το αμίλητο νερό.
Φτιάχνουμε freddo στην κουζίνα, ενώ, μου περιγράφει το χθεσινό του όνειρο
που κλασσικότατα ήταν υπερπαραγωγή -σαν τα δικά μου, περίπου-
Βγαίνουμε στη βεράντα μου και αράζουμε. Σηκώνουμε και τέντα.
Ο ήλιος δεν έχει αρχίσει ακόμα να καίει καλά-καλά και επικρατεί μιαν ευχάριστη δροσιά.
Μένω 5ο όροφο και απλώνεται ολόκληρος δρόμος μπροστά μου.
Οι άνθρωποι έχουν αρχίσει και κυκλοφορούν.
Κυρίως, άνθρωποι μεσόκοποι και πότε-πότε μητέρες με τα μικρά παιδιά τους.
Ωστόσο, η πόλη δεν έχει ζωντανέψει ακόμα για τα καλά.
Δεν ακούγονται τόσο αμάξια, όσο πουλάκια που τιτιβίζουν χαρούμενα.
Σκηνικό ''Επιστροφή στη φύση''.
Ξαφνικά, βγαίνει από δίπλα ο φοιτητής ο Αλέξης και τεντώνεται.
Μας βλέπει και χαμογελάει. Χάλια απερίγραπτα και αυτός.
Του λέω να τσακιστεί να φτιάξει καφέ και να'ρθει να καθίσει μαζί μας.
Έτσι και γίνεται. Μαζί με την φραπεδιά του, φέρνει και κουλουράκια
που του τα έστειλε η mamia mia.
Μοιραζόμαστε και τα κρουασάν και το πρωινό μας, είναι πλήρες.
Αρχίζουμε να συζητάμε για ένα θέμα μου, το βασικό μου θέμα, δηλαδή.
Γενικά, τις τελευταίες μέρες περνάω περίεργη φάση.
Ο Λεωνίδας ξέρε καλά την όλη κατάσταση και ίσως και για αυτό να ήρθε σήμερα.
Δεν είναι κάτι πολύ σοβαρό.
Τα ''έσπασα'' με μία φίλη, δεν νιώθω στεναχώρια, απλώς κενό.
Και δεν είμαι σίγουρη για το αν έπρεπε να τελειώσει έτσι
και βασικά απορώ ΓΙΑΤΙ τέλειωσε έτσι. Τόσο...παράλογα.
Άλλωστε, η αξία ενός ανθρώπου φαίνεται από τον τρόπο
με τον οποίο φεύγει από τη ζωή σου.
Και όσο για το τρόπο το δικό μας...γάμησε τα, που λένε.
Και ο Λεό ξεκίνησε να μου μιλάει για αυτό
και κλασσικά δεν είχε σταματημό.
Προσπαθούσε μάλλον να με κάνει να μην νιώθω τόσο υπεύθυνη
καθώς και να με πείσει ότι δεν είναι ορθό να κατηγορώ μόνο τον εαυτό μου.
Ο Αλέξης, μονολότι δεν ήξερε την ιστορία, συμφώνησε
αφού, η βαθιά του πίστη είναι ότι για κάθε σχέση που χαλάει φταίνε και οι δύο μεριές.
Κι εγώ έτσι πίστευα, όμως η αντίθετη πλευρά είχε άλλη άποψη, οπότε μπαίνω ξανά σε σκέψεις. Υπάρχει κι εδώ διάσταση απόψεων.
Τέλος πάντων. Γαμωκατάσταση είναι και θα περάσει.
Έτσι είναι οι σχέσεις, μωρέ. Άνθρωποι έρχονται και φεύγουν.
Η ζωή μας, μια βόλτα που λένε, αλλά ας μη φιλοσοφήσω άλλο.
Μετά τη συζήτηση για τη χαμένη φιλία -και κλαψ, κλαψ και δεν μπορώ και δεν μπορώ-
για λίγες στιγμές αγναντεύαμε σιωπηλοί την περιβόητη ''Κοιμωμένη των Αγράφων''.
Ύστερα, ο Άλεξ σηκώθηκε, έφερε το λαπτόπι μου έξω, το άνοιξε και έβαλε να παίζουν τραγούδια του Άσιμου.
Άλλη γαμωκατάσταση. Πρωί-πρωί να ακούς το ''Τι πα να πει γυναίκα''.
Εντελώς weird η φάση, αλλά δε γαμιέται;
Στο μεταξύ, ο Αλέξης την έχει καταβρεί. Ανάβει τσιγάρο.
Τον μιμείται ο Λεό. Εγώ δεν καπνίζω και ψιλοξενερώνω.
Οπότε, φέρνω από το δωμάτιο μου το ''Ο Ορφέας στον Άδη'' του Tennessee -Λατρεύω-.
Άλλο παράλογο έργο, αλλά γουστάρω.
Μοιάζουμε με τα ρεμάλια της Φωκίονος Νέγρη, σταντέ.
Ένα κοριτσάκι βγαίνει στην απέναντι -νεόκτιστη- πολυκατοικία.
Φοράει νυχτικό και μας κοιτάζει με ενδιαφέρον. Ίσως και με οίκτο. -Υπερβολές-
Μας χαιρετάει και τη χαιρετάμε κι εμείς.
Αρχίζει η κλασσική συζήτηση ''πως σε λένε;'',''τι τάξη πας;''
Μαθαίνουμε ότι τη λένε Άντζελα -πότε πρόλαβε κι έγινε Άντζελα;;-
και ότι πάει προνήπια. Ομολογώ ότι συγκλονίζομαι.
Γενικά,νιώθω ηλίθια όταν κάνω τέτοια καραγκιοζιλίκια
κι έτσι, ξαναστρέφω το βλέμμα μου στο βιβλίο.
Ο Λεό αρχίζει να μας λέει για τον έρωτα της ζωής του.
Ενδιαφέρουσα ιστορία και την έχω ακούσει γύρω στις 25 φορές.
Αλλά, ο Αλέξης την άκουσε πρώτη φορά σήμερα.
Τέλος πάντων κι εμένα μ'αρέσει.
Σαν τα παραμύθια τα παιδικά, που τα ακούς πολλές φορές
και πάλι δεν τα βαριέσαι.
Έντονα κορναρίσματα διακόπτουν τον μονόλογο του Λεό
σε σχετικά κρίσιμο σημείο.
Κοιτάζουμε από το μπαλκόνι και οι τρεις -οι τρεις καμπαλέρος, φάση-
και βλέπουμε τον Σταύρο -τον έρωτα- να μας χαιρετάει.
Κάνει σήμα ότι παρκάρει και ανεβαίνει.
Προστίθεται και αυτός στο χαρωπό παρεάκι, φυσικά μαζί με τον φραπέ του.
Συζητάμε για ακυρίλες.
Για την εξεταστική που έρχεται, για το πώς θα εγγραφώ στη σχολή, για το πότε βγαίνουν οι βάσεις, για τις πανελλήνιες του 2012, για έρωτα, για φαγητό, για, για, για...
Ο Σταύρος, δεν παραλείπει να πει στους άλλους δύο ιστορίες κατακτήσεων.
Τις έχω ακούσει όλες -έστω, τις περισσότερες- οπότε, κάνω και συμπληρώσεις
στην περίπτωση που ξεχνάει κάποια ανατριχιαστική λεπτομέρεια.
Σε όλο αυτό το διάστημα, να παίζει απελπιστικά το ίδιο τραγούδι του Άσιμου. Έχει κόλλημα ο Άλεξ.
Η μουσική υπόκρουση αυτης της Τρίτης.
Ολοκληρώσαμε το πρωινό μας, λέγοντας ποιες κατηγορίες ανθρώπων μας εκνευρίζουν περισσότερο.
-Πιθανώς, θα επανέλθω σε άλλο post, σε αυτό το καυτό θέμα-
Το Τριτιάτικο ξύπνημά μου λοιπόν, συναγωνίζεται άνετα το ''Κυριακάτικο Ξύπνημα'' του Κακογιάννη και για αυτό επιλέγω και αυτό το τίτλο για το post.
Καληνύχτα...
Μακάρι, όλα τα πρωινά μου, να'ταν σαν το σημερινό.
Ε, αν εξαιρέσουμε ότι ξύπνησα χαράματα...είχε τη φάση του μωρέ.
Και για να μη ξεχνιέμαστε :
*Anyway, γαμωκατάσταση τελείωνε. Δανάη, σύνελθε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.