Δάκρυα καυτά ένιωσα να κυλούν στο προσωπό μου. Σκούπισα βιαστικά τα μάτια μου και αμήχανα κοίταξα τριγύρω. Ευτυχώς δεν ήτανε κανένας. Και ποιος να'ναι μωρέ, χαράματα Χριστουγέννων, έξω; Όλοι είναι στα σκυλάδικα -πόσο μάλλον στην επαρχία, που σαπίζει από αυτά- ή μαζεμένοι σε σπίτια,πίνοντας, τρώγωντας και λέγοντας βαρετές σαχλαμάρες. Θυμήθηκα την μάνα μου και τις προλήψεις της και γέλασα. ''Είναι γρουσουζιά να κλαίμε γιορτινές μέρες.'' Και ποιος γιορτάζει ρε μάνα και γιατί να γιορτάσει στο κάτω-κάτω της γραφής; Ο Άρης δεν φαινότανε ακόμα πουθενά. Δεν άργησε αυτός, εγώ πήγα πιο νωρίς. Είχε πιάσει μια μπόρα, όμοια με τις ανοιξιάτικες, που ξεκινούν στο άκυρο και σταματάνε γρήγορα. Ήπιος καιρός για χειμώνα πάντως, όπως και να'χει.
Να ξεκαθαρίσω ευθαρσώς πως εγώ ουδεμία σχέση είχα ποτέ με τη λεγόμενη κατάθλιψη των εορτών. Δεν με επηρεάζουν και τόσο πια. Άλλωστε, όλοι χαίρονται και εγώ να θλίβομαι; Μαλακία μου φαίνεται. Αναλογίστηκα τη ζωή μου λοιπόν, μα όχι λόγω ημερών. Το κάνω συχνά τώρα τελευταία. Τα έβαλα κάτω και μέτρησα τις χαρές, τις λύπες, τους ανθρώπους που έφυγαν ή έμειναν. Αυτά πρέπει να'ναι η ζωή μου. ''Έτσι την θέλω τη ζωή μου εγώ;'', σκέφτηκα. Στον τόπο αυτό, έμεινα πολύ, αναγκαστικά. Με έμαθαν, τους έμαθα, δημιούργησα ανθρώπινες σχέσεις. Θα μου πεις, έτσι είναι η φύση του ανθρώπου. Το'χει πει και ο Αριστοτέλης. Μα, εγώ, πως να στο πω, βρε φίλε μου; Δεν τους μπορώ τους κοινωνικούς δεσμούς. Μονάχη μου θέλω να πορευτώ. Να μην δεσμευτώ, να μην εξαρτηθώ, από ανθρώπους και συναισθήματα.
Moυ λένε, μα και εγώ το νιώθω, πως τον έρωτα τον μεγάλο τον έχω ζήσει. Και τι κέρδισα, ε; Μπορεί κανείς να απαντήσει; Και τι να πει; Ούτως ή άλλως, έξω απ'το χορό, πολλά τραγούδια λέγονται. Ξέρω πως δεν πέτυχα τίποτα, ξέρω πως ψυχικά καταστράφηκα, ξέρω πως έχασα πολύτιμο χρόνο, ξέρω πως βίωσα καταστάσεις που δεν τις άξιζα. Δεν επιρρίπτω ευθύνες σε άλλον κανένα παρά μόνο στον εαυτό μου. Μα, άμα παρασυρθείς από τον έρωτα, άντε να ξεμπερδέψεις μετά. Επικίνδυνο παιχνίδι, ο έρωτας, έχε το κατά νου. Δε θέλω, σίγουρα, να ξαναπεράσω τα ίδια. Πληγώθηκα εγώ και κυρίως ο εγωισμός μου. Πέταξα τα ξεθωριασμένα απομεινάρια ενός ταραγμένου παρελθόντος και μαζί και τον παλιό μου εαυτό. ''Και αναγεννιέσαι από τις στάχτες σου!'', θα μου πει περιπαικτικά ο Γιώργος λίγες μέρες μετά το τελικό ξεκαθάρισμα. Τα δάκρυα πάλι τρέχουνε. Μα, δεν είναι θλίψη. Είναι κόπωση. Είναι το γαμώτο. Όχι το γαμώτο που χωρίσαμε τελικά. Το γαμώτο πως δεν μου έμεινε τίποτα από δυο χρόνια σχέσης. Σαν να κρατούσα μια χούφτα άμμο και ξάφνου άνοιξα τα δάχτυλα μου και την έχασα.
Είναι και η φάση γενικά περίεργη μωρέ, είναι και που δεμένη σχεδόν με κρατάνε δω πέρα. Ίσως, πράγματι, να'χω φουρτούνα μέσα μου, όπως μου λέει και ο Άρης. Αυτό που θέλω δεν είναι το κλασσικό όνειρο της επαρχιώτισσας. Να γνωρίσω ανθρώπους, να διαβάσω βιβλία κ.λ.π. Μωρ'αυτά τα κάνω και από δω. Το θέμα είναι να κόψω, επιτέλους, τον ομφάλιο λώρο, να δώσω μια και να τινάξω τις βολεμένες καταστάσεις. Δεν είναι η τρέλα της νιότης. Ο φόβος είναι. Ο φόβος μη τυχόν και γίνω... ''ανθρωπάκι''. Αχ! Και πώς δεν τα μπορώ τα υποκοριστικά... Ή ακόμα χειρότερα μη γίνω γυναικούλα. Μην με περνάς για ξαναμμένη φεμινίστρια. Απλώς, άνθρωπος είμαι και γω και όχι -ακόμα τουλάχιστον- ανθρωπάκι. Αν μείνω εδώ πάντως, αυτό θα γίνω. Ακούω τα όνειρα της μάνας μου και τα σωθικά μου ανακατεύονται. Να ανοίξω το δικηγορικό γραφείο εδώ, έχω και πατέρα γνωστό στην πόλη και τα πιάσαμε τα λεφτά μας. Μάνα, για ποια με πέρασες; Για τη τελευταία κατίνα γειτόνισσα;
Τις σκέψεις μου, διέκοψαν τα βιαστικά βήματα του Άρη. Ήρθε κοντά μου με την κιθάρα και μια αγκαλιά γεμάτη λευκά-κόκκινα τριαντάφυλλα και μερικές γαρδένιες. Τα εναπόθεσες μπροστά μου σε στυλ θρησκευτικής ευλάβειας. Σου είπα όσα είχα κατά νου. ''Είσαι ατίθαση εσύ , κούκλα μου'', μου είπες, ''δε σε φοβάμαι. Και είσαι μόλις 17...εγώ γκρέμιζα τον κόσμο στην ηλικία σου χωρίς περριτές σκέψεις.'' Ύστερα με φίλησες στο μάγουλο. ''Καλά Χριστούγεννα...ησύχασε.'' Με κράτησες στην αγκαλιά σου παρακινώντας με να κλάψω και όντως το κατάφερες. Ξαφνικά, ένιωσα τόσο αχάριστη, τόσο μικρή, μπροστά στο μεγαλείο σου. ''Η ζωή σου είναι το θέατρο και αυτό θα κάνεις!'', κατέληξες. Θε μου, είσαι επίκινδυνος. Αν αφεθώ, μπορείς να γίνεις εσύ η ζωή μου, πανεύκολα. Σαν να άκουσες τη σκέψη μου, είπες, ''Μη φοβάσαι.Και αν ερωτευτείς ακόμη, μπορείς να παραμείνεις ελεύθερη αγαπούλα μου.'' Α, μην το κάνεις πιο εύκολο. Και δεν μου αρέσουν και τα υποκοριστικά....
Καλά Χριστούγεννα, όπως και να'χει...
πολύ όμορφο κείμενο.. μην παρατήσεις ποτέ τα όνειρά σου..
ΑπάντησηΔιαγραφή