Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2011

Φίλε...

Σε νιώθω να απομακρύνεσαι και δεν μπορώ να κάνω κάτι για να το αποτρέψω. Ίσως, να'χεις δίκιο. Μπορεί και εγώ να απομακρύνομαι άθελα μου. Είναι η φάση που περνάμε, λέμε και ηρεμούμε. Είναι όμως στ'αλήθεια έτσι; Εντάξει και οι δυο πονάμε για έρωτες, ok δίνουμε και πανελλήνιες. Υποτίθεται όμως πως είμαστε και κολλητοί, αδέρφια να πούμε καλύτερα. Όμως αυτά δεν είναι παρά λόγια. Και οι δύο τα λόγια τα'χουμε πολύ εύκολα, είναι η αλήθεια. Εσύ είσαι ρητορικός,ενώ, εγώ απίστευτα πολυλογού. Το θέμα είναι πως στις πράξεις κολλάμε. Φερόμαστε άραγε όπως θα φέρονταν δυο φιλαράκια αληθινά;

Δεν πάει και καιρός που αρχίσαμε τα πάρε-δώσε. Ούτε δυο χρόνια δεν έχουμε ακόμα κλεισμένα. Εσύ ήσουν καινούριος στο τμήμα και στην αρχή ούτε καν σου είχα δώσει ιδιαίτερη σημασία. Γελούσα βέβαια με τις σαχλαμάρες σου όποτε σηκωνόσουν στον πίνακα. Ύστερα,έτυχε να'ρθεις να κάτσεις στο από πίσω θρανίο. Συχνά σ'άκουγα να σιγοτραγουδάς, άλλοτε λυπημένα και άλλοτε χαρούμενα τραγούδια. Μερικές φορές γελούσα με τη διπλανή μου, άλλες πάλι σκεφτόμουν τι σε βασανίζει και το'χεις ρίξει στα λυπητερά. Μια μέρα τραγούδησες ένα κομμάτι από τα αγαπημένα μου. Ήμουν και στις μαύρες μου εκείνη την μέρα και άρχισα, δίχως να το καταλάβω, να τραγουδάω μαζί σου. Ήτανε το ''Αερικό'' του Θανάση του Παπακωνσταντίνου. Στο δεύτερο κουπλέ κοιταζόμασταν χαλαρά, σαν ερωτευμένα περιστεράκια. Ο Νίκος, που καθόταν ένα θρανίο πίσω από εσένα μουρμούρισε γελώντας ''Με τα μάτια μιλάτε εσείς και δεν ξέρει τι λέτε κανείς''. Το αποτέλεσμα ήταν, να μας πετάξει ο καθηγητής έξω. Και από τότε, ήτανε φαίνεται γραπτό, να μας πετάξουν πολλές φορές ακόμα έξω μαζί.

Βγήκαμε λοιπόν έξω και για δέκα λεπτά δεν μίλησε κανείς μας. Κάπου-κάπου σε κοιτούσα. Εσύ κοίταζες το απέραντο κενό,χαμένος στις σκέψεις σου. Κάποτε, τα βλέμματα μας συναντήθηκαν και μας έπιασαν τα γέλια. Μετά, βαλθήκαμε να μιλάμε λες και γνωρίζομασταν χρόνια. Όταν χτύπησε το κουδούνι για διάλειμμα, χωρίς πολλά-πολλά, βουτήξαμε τις τσάντες και την κοπανήσαμε για την υπόλοιπη μέρα. Και ας τέλειωνε μόλις η πρώτη ώρα. Γυρίσαμε ολόκληρη την πόλη μιλώντας, γελώντας και πειράζοντας τους περαστικούς. Και κάπως έτσι γίναμε φίλοι. Και καλά περάσαμε και καλά δηλαδή περνάμε ακόμα. Με το χαβαλέ, την πλάκα, το γέλιο, το διάλογο. Κυρίως το διάλογο. Δεν υπάρχει πιο μαγικό πράγμα, από το να κάθεται κάποιος απέναντι σου και να σε παρακαλεί απεγνωσμένα με το βλέμμα, να του μιλήσεις. Αλήθεια σου το λέω.

Βέβαια, αυτές τις μαλακίες, ότι δηλαδή δε θα χωρίσουμε ''ποτέ'' και ότι θα'μαστε για ''πάντα'' φίλοι, τις έχουμε πει και εμείς. Σε στιγμές έξαρσης ή μάλλον καλύτερα μεθυσιού. Α, μα τι μεθύσια έχουμε κάνει εμείς οι δύο! Και πως έχουμε καταλήξει ύστερα από κάτι τέτοιες βραδιές στα σκαλιά της πολυκατοικίας, της δικιάς μου ή της δικιάς σου! Να τραγουδάμε αγκαλιασμένοι στα σκαλιά, να χορεύουμε, να μαλώνουμε, να κλαίμε, να γελάμε, να συζητάμε σοβαρά θέματα, να λέμε θεατρικούς διαλόγους, να παίζουμε μέχρι και χαρτιά. Μεθυσμένη σου είχα πει και πως σ'αγαπώ. Και μεθυσμένος μου'χες απαντήσει πως και εσύ μ'αγαπάς. Ώρες-ώρες, άμα έχεις κέφια, κάνεις παράφραση του γνωστού στίχου και μου λες ''Πριν 10 μήνες μεθυσμένη μου είπες σ'αγαπώ...''. Μια άλλη βραδιά, μεθυσμένοι ήμαστε πάλι και βρεθήκαμε να φιλιόμαστε, γύρω στις 4 το πρωί. Χωρίς αυτό να σημαίνει πως ήμαστε και ερωτευμένοι. Αν και θεωρείσαι από τους ωραίους του σχολείου, για σένα νιώθω, ένα εντελώς διαφορετικό είδος αγάπης, που ίσως να ξεπερνά το μεγαλείο του έρωτα. Ήταν απλώς η βραδιά εκείνη έτσι. Μια παρηγοριά ψάχναμε, τίποτα παραπάνω.

Μετά, έμπλεξες με το τετραπέρατο Αλικάκι. Την ερωτεύτηκες και ας μη τολμάς να το παραδεχτείς ούτε στον εαυτό σου. Αργότερα όμως, έμπλεξαν τα πράγματα, η σχέση σας χάλασε και μαζί της καταστράφηκες και εσύ. Συχνά, αποζητούσες την μοναξιά, χανόσουν για ώρες, κάπνιζες ασταμάτητα, άλλοτε πάλι βρισκόμασταν και δεν ήθελες να μου μιλάς. Μα, σου μίλησα εγώ, για να σε συνεφέρω. Σου τραγούδησα ακόμη και σου χόρεψα για να σε διασκεδάσω, για να σε δω να γελάς, που το κάνεις τόσο όμορφα. Σ'αγκάλιασα και σου'πα λόγια, που δεν συνηθίζω να λέω, για να σε δω να ηρεμείς. Και στην αρχή, όντως, τα κατάφερα. Όμως πριν λίγο καιρό, αυτή την έπεσε κάπως άγαρμπα, τολμώ να πω, στον πρώην μου. Τότε αρχίσαμε να μαλώνουμε και εμείς. Γιατί; Για μαλακίες. Καμιά φορά λέμε και άσχημα λόγια που δεν τα εννοούμε, γιατί ύστερα ζητάμε συγγνώμη, βουρκωμένοι. Μου λες ότι νιώθεις, πως με χάνεις. Και εγώ το ίδιο νιώθω. Και δε ξέρω πια τι να πιστέψω.

Ίσως να μη ταιριάζουμε τελικά σε πολλά. Εσύ ανέκαθεν ήσουν σοβαρός, μετρημένος, λογικός, ήρεμος, ισορροπημένος. Μια ήρεμη δύναμη, μια ήρεμη θάλασσα, χωρίς πολλές τρικυμίες. Εγώ ποτέ δεν ήμουν έτσι, ούτε καν το προσπάθησα ποτέ. Πάντα λίγο πιο παλαβή, πιο πολυλογού, πιο οξύθυμη, πιο χυδαία, πιο ασυμβίβαστη και πάντα ερωτευμένη με τον ίδιο άνθρωπο. Καμιά φορά, λες πως μοιάζω με ηφαίστειο. Ίσως να'χεις και δίκιο, μα δεν έχω εκραγεί ακόμα και αυτό είναι το επικίνδυνο. Συνήθως, σε κάνω να γελάς, ενώ, εσύ με βάζεις σε σκέψεις με τα συμπεράσματα και τις απόψεις σου. Εσύ με ακούς πολλές φορές σιωπηλός, ενώ, εγώ πάντοτε σε διακόπτω για να πω το σχόλιο μου. Εσύ με συμβουλεύεις αφού πρώτα σκεφτείς,ενώ,εγώ λέω ό,τι μου κατέβει εκείνη την ώρα στο κεφάλι. Θα μου πεις, πως οι άνθρωποι δεν είναι ίδιοι. Όμως, εδώ μιλάμε, για δυο ανθρώπους αντίθετους. Και δε ξέρω που θα μας βγάλει αυτό.

Με έχεις στηρίξει και σε έχω στηρίξει. Και αυτό δεν το αμφισβητεί κανείς. Πόσες βραδιές δε ξενυχτήσαμε ξαπλώμενοι ο ένας πλάι στον άλλο; Πόσες φορές δεν τελειώσαμε τα 1500 λεπτά του what's up σε 3-4 μέρες; Πόσο πολύ έχω νιώσει να σ'αγαπάω, ώστε να αισθάνομαι, πως άλλο δε θα αντέξω; Tώρα όμως δε ξέρω. Ώρες-ώρες είναι σαν να μην έχουμε τι να πούμε. Δε γελάμε όσο γελούσαμε και πολλά τα κρατάμε μέσα μας και δεν τα λέμε ο ένας στον άλλο. Ωστόσο, πάντα καθόμαστε μαζί και πάντα σου κρατάω το χέρι όταν είμαστε έξω μαζί. Πάντα σου μιλάω με τα μάτια και πάντα νιώθω να μου απαντάς με τον ίδιο τρόπο. Όμως σε βλέπω να κλείνεσαι και ώρες-ώρες να χάνεσαι στις σκέψεις σου και τρομάζω. Φοβάμαι και ντρέπομαι που σου το λέω, γιατί μου'χες πει να μη φοβηθώ ποτέ. Γιατί έχω εσένα. Δε θέλω να σε χάσω. Δε θα μπορέσω να προχωρήσω. Εσύ δεν είσαι γκόμενος. Είσαι φίλος, είσαι το πιο σημαντικό κομμάτι της ζωής μου! Και θέλω πάντα να βλέπω αυτά τα μάτια, να ακούω αυτό το γέλιο και αυτή τη φωνή, να πορεύομαστε μαζί.

Χθες, ήρθα σπίτι σου. Είχα μέρες να το κάνω. Έχεις κολλήσει πάνω από το γραφείο σου δυο φωτογραφίες. Στην μια είμαστε μαζί και με έχεις αγκαλιά στα χέρια σου. Στην άλλη είμαι μόνη μου. Είναι απ'τις διακοπές στην Κέρκυρα, είναι 6 το πρωί και είμαστε σε μια παραλία. Είμαι γονατισμένη και έχω τα χέρια προς τον ουρανό, κοιτώντας ψηλά με μια απερίγραπτη λατρεία. [Τύφλα ήμουν , τι περίμενες;] Ήθελα στ'αλήθεια να βάλω τα κλάμματα και για να μη το κάνω πέταξα μια στοίβα βιβλία κάτω. Αγκαλιαστήκαμε και τελικά κλάψαμε για κάποια λεπτά. Σε παράκαλεσα να τραγουδήσεις το ''Όνειρο'' του Χατζιδάκι που τόσο αγαπώ να τ'ακούω από εσένα και το'κανες δίχως να παραπονεθείς για πρώτη φορά. Ύστερα, χορέψαμε rock'n'roll όπως μου το ζήτησες. Πέσαμε ξέπνοοι στο τέλος στο πάτωμα και γελάσαμε. Μου είπες πως δεν θες να με χάσεις. Ούτε και εγώ το θέλω. Μακάρι να μη σε χάσω... Θα το παλέψω πάντως με όση δύναμη έχω. Και θα χορεύουμε rock'n' roll και θα σου τραγουδάω και θα σε κάνω να γελάς και θα σου μιλάω για όσο θες και όπως θες, ώσπου να μην αντέχω άλλο. Αλήθεια σου το λέω...

Και αυτό είναι για σένα, γιατί είσαι από τα άτομα, που τώρα τελευταία, όλο σε κομμάτια με σπας...
Μα το αντέχω...
Γιατί σ'αγαπάω. Το πιο τραγικό είναι πως ποτέ δε θα καταλάβεις το πόσο.
Και θα φταίω και εγώ. Και θα φταις και εσύ.
Και θα φταίμε για πολλά...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.