Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2012

Φωτιά στους ανεκπλήρωτους έρωτες!

Χθες είχε πανσέληνο. Την είδατε ρε παιδιά; Γιατί εδώ συννεφιά και χάος. Στήθηκα η καψερή στο παραθύρι με τις ώρες λες και περίμενα τον Ρωμαίο (γούστο θα'χε) και κοίταζα τον ουρανό, μα δε φάνηκε τίποτα. Χώρια που σε άκυρες φάσεις έπεφταν αστραπές και βροντές και κοψοχολιαζόμουν. Μοναξιά,λοιπόν, κι ούτε το φεγγάρι δε μου'κανε τη χάρη για συντροφιά.

Είναι σκληρή η μοναξιά αν βρίσκεσαι σε ζόρια ακόμα και αν το ξέρεις πως είναι μια σωστή επιλογή. Υπάρχει η ανάγκη να μιλήσεις με κάποιον ή έστω να'χεις μια παρέα και αυτός ο κάποιος δεν μπορεί στη συγκεκριμένη φάση να'ναι φίλος. Δεν σου το καλύπτει ο φίλος αυτό το κενό. Μοναξιά. Δεν μπορώ να πω τίποτα άλλο. Μου τρώει τη ψυχή. Και δεν είμαι μόνο εγώ μόνη. Τους περισσότερους τους βλέπω βυθισμένους σε μια τέραστια μοναξιά που είτε την μοιράζονται με κάποιον είτε την περνούν μόνοι τους. Τα πρωϊνά τρέχουμε και τις νύχτες χαλιόμαστε. Θέλουμε κάτι (κάποιον) που δεν το'χουμε. Το χειρότερο είναι πως ελάχιστοι δεν το έχουν επειδή δεν μπορούν. Οι άλλοι απλώς δεν το κυνηγούν όσο πρέπει. Και αυτό...γιατί μπαίνουν πολλά στην μέση. Εγωϊσμοί, δεύτερες σκέψεις , αμφιβολίες. Κυρίως το τελευταίο. Κι είναι και ο φόβος που μας γραπώνει και δεν μας αφήνει να πάμε ένα βήμα παρακάτω. Και μένουμε στωϊκά να περιμένουμε. Δε σκεφτόμαστε πως το ίδιο μπορεί να παίζει πολλές φορές και από την άλλη μεριά. Άντε να βγει άκρη μετά...

Ο έρωτας είναι μεγάλο λούκι αλλά για κάποιον λόγο το κυνηγάμε όλοι με μεγάλη μανία. Τελικά, εκτός του ότι σου τυχαίνει όταν δε θες ή όταν δεν το περιμένεις (άλλος νόμος του Μέρφι), στο τέλος βρίσκεσαι να τρως και τα μούτρα σου. Για παράδειγμα εγώ το'παθα, θέλοντας το μεν αλλά όχι και με τρέλα, και τώρα κάθε πρωί μου ρίχνω και μια μούντζα για το καλήμερα. Από κει που άκουγα πως ''ό,τι μας δένει στα παλιά είναι οι κακιές συνήθειες...'' βρέθηκα να ακούω ''ανάθεμά σε, δε με λυπάσαι που καίγομαι και λιώνω...''. Τουτέστιν ό,τι να'ναι.

Το άλλο άκυρο του έρωτα είναι πως ερωτευόμαστε τα ''out-siders''. Το'χεις πάθει φίλε μου; Π.χ εμένα μου αρέσει ένα συγκεκριμένο στυλ άντρα. Πάνω-κάτω ρε παιδί μου, όχι ότι ντε και καλά να'ναι έτσι. Αλλά κυρίως μου αρέσουν μαλλιάδες, με μούσια, ροκάδικο στυλ. Σε χαρακτήρα δε ζητάω και πολλά, να'χει χιούμορ και μια κανονικότητα ως άνθρωπος. Ε, λοιπόν, δυο φορές την έχω πατήσει άσχημα και τις δύο με έντελως άκυρους τύπους. Αν μου μιλάνε για αλλοπρόσαλλους, μου'ρχονται αυτοί οι δυο στο μυαλό και σαφώς κι έχω τους λόγους μου.

Επίσης πουλάνε σαν τρελοί οι ανεκπλήρωτοι έρωτες. Βέβαια αυτό συνδέεται και με ό,τι είπα πιο πάνω (στη 2η παράγραφο ντε!). Έχει μια ξεχωριστή γοητεία ο ανεκπλήρωτος. Καταρχήν σου προσφέρει μια γερή δόση μαζοχισμού (αυτό το , γουστάρω να γίνομαι χάλια) , σε κρατάει stand-by (με θέλει; δε με θέλει;) , το παίζεις όσο θες ήρωας σαιξπηρικού δράματος (ωϊμέ, έλα να γίνουμε ταίρι φως των ματιών μου...), έχεις λόγο να γίνεσαι τύφλα (πίνω για να μην πονάω...), το ενδιαφέρον των φίλων σου στρέφεται πάνω σου (Αγαπάω ρε! Παρηγορήστε με!) , υπάρχει και μια γλυκιά προσμονή (Θα ειδωθούμε σήμερα; Μπορεί και να γίνει κάτι μεταξύ μας...), τα βλέπεις όλα βουνό και καταλήγεις να λες μεγάλες μαλακίες (Εγώ θα πεθάνω από έρωτα! Δεν ένιωσα ποτέ ξανά έτσι!) και τις νύχτες είναι η καλύτερη σου ώρα (Κλαις, παραμιλάς, είσαι στο τσακ να στείλεις ένα μήνυμα ή να πάρεις ένα τηλέφωνο, παίρνεις τους δρόμους, πρήζεις τους φίλους σου τα μεσάνυχτα, αδειάζεις την μπουκάλα, σούρνεσαι στα πατώματα, πέφτεις πτώμα στο κρεβάτι και το πρωί ρίχνεις και μια μούντζα για την καλημέρα- που λέγαμε και πριν). Καλά, όλο αυτό όταν το ζεις (στο περίπου, ε;) δεν έχει και τόση πλάκα. Αλλά....ας μη γινόμαστε και δραματικοί μωρέ.

Πάντως, όντως τα ζευγάρια είναι πολύ λίγα (σου μιλάω εκεί που υπάρχει ο καραμπινάτος έρωτας) και πολύ τα θαυμάζω. Κατά τα άλλα...ανεκπλήρωτος έρωτας και ξερό ψωμί. Βασανιζόμαστε, μωρέ , πολλές φορές και άδικα. Το γαμώτο είναι να υπάρχει ενδιαφέρον και από την άλλη μεριά και να'σαι σε φάση...''ποιος από τους δυο τολμάει αυτή την πρώτη-πρώτη κίνηση;'' (καλά, που το θυμήθηκα;) .
Και σου λέει, ο ανεκπλήρωτος έρωτας μπορεί να διαρκέσει και για πάντα. Ναι, λέω , άλλη δουλειά δεν είχαμε!

Εγώ, παιδιά , αν είστε ερωτευμένοι με κάποιον σας προτείνω να εκδηλωθείτε και το λέω μπας και πάρω φόρα κι εγώ και κάνω τίποτα διότι αν περιμένω από τον άλλο (ο αλλοπρόσαλλος Β' που λέγαμε) φέξε μου και γλίστρησα. Εκδηλωθείτε ρε παιδιά. Μην τα κρατάμε και μέσα μας γιατί...για πόσο να αντέξουμε;
 
Σου τηλεφωνώ για να σου πω πως σ'αγαπάω
σου τηλεφωνώ για να σ'ακούω να μιλάς
είναι νύχτα εδώ κι εγώ δε ξέρω που να πάω
χάνομαι και ζω για να μου πεις πως μ'αγαπάς.

Στα τηλέφωνα που κάναμε ή δεν κάναμε
στα φωτεινά μάτια που πιστέψαμε και λατρέψαμε
και σ'εκείνους που θεωρήσαμε ότι είναι ό,τι καλύτερο στις ζωές μας.

Καλή συνέχεια!

Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2012

Άτιτλο

Τις τελευταίες ημέρες δεν είμαι καλά και ''φταις'' εσύ που δεν είσαι κάπου κοντά. Κι είναι που το ξέρω πως δε θα σε ξαναδώ, ούτε θα σε ξανακούσω και πως όσα τηλέφωνα και να σου κάνω εσύ δεν θα απαντήσεις ποτέ ξανά. Γιατί δεν μπορείς πια. Ποιος το'πε , αλήθεια , πως ο χρόνος γλυκαίνει τον πόνο; Εσύ διάλεξες να φύγεις πριν από δυο χρόνια. Αυθάδικα. Χωρίς να δώσεις λογαριασμό σε κανέναν. Έτσι δεν έκανες πάντα; Και είναι σήμερα η πρώτη φορά που μιλάω ''ανοιχτά'' για σένα. Τώρα μπορώ να το κάνω και νιώθω από την ώρα που ξέφυγες από δω πως σου το χρωστάω. 
Δυο χρόνια λοιπόν. Και καμιά πληγή δεν έκλεισε. Αυτά είναι παραμύθια, μη τα τρως. Τέτοιες πληγές δεν κλείνουνε ποτέ. Δείχνουν έτσι, έλα όμως που ματώνουν ξανά με το παραμικρό. Να'ξερες πόσες φορές με λέκιασαν τα αίματα και πόσες θα με λεκιάσουν ακόμα. Και δεν μπορώ να κάνω τίποτα γι'αυτό. Ούτε κι εσύ μπορείς, αγόρι μου.

Την αγαπούσες τη ζωή μα μπορεί να'ναι και καλύτερα εκεί που είσαι τώρα. Μακάρι να είναι. Τουλάχιστον τώρα η ψυχή σου είναι ελεύθερη. Όμως έρχονται κάποια βράδια, εκείνα , τα γαμημένα που πνίγομαι στο κλάμμα και στήνω κουβέντα με τις φωτογραφίες σου σαν τη τρελή. Θα γούσταρα πολύ να με καλμάρει για μια τελευταία, έστω , φορά η φωνή σου με τη χαρακτηριστική της βραχνάδα και ηρεμία. Δε τη ξεχνάω τη φωνή σου, φίλε. Θυμάμαι ακόμα τη τελευταία φορά που σ'άκουσα και σ'είδα- ήτανε μόλις μια μέρα πριν χαθείς. Κι ήσουν, ρε πούστη μου, χαρούμενος ως συνήθως. Χαμογελούσες κι είχες ενθουσιαστεί από κάποιον νέο έρωτα. Ήσουν πολύ όμορφος. Όχι μόνο τότε, πάντοτε μωρέ. Γιατί χαμογελούσες πολύ και χαμογελούσαν και όλα πάνω σου.

Καμιά φορά περιμένω να ανοίξεις την πόρτα και να εμφανιστείς φορώντας το φθαρμένο, μαύρο σου δερμάτινο. Να κάτσεις δίπλα μου κι έπειτα μ'ένα στραβό χαμόγελο να στρίψεις το πρώτο σου τσιγάρο. Ιεροτελεστία. Πάντοτε έτσι γινόταν πριν πιάσουμε την κουβέντα. Μ'άφηνες να ξεκινήσω εγώ πρώτη γιατί ''οι κυρίες προηγούνται'' και γελούσες με την υπερβολή και τα καμώματά μου. Κι έπειτα μου'λεγες με το δικό σου τρόπο ''Κάλμα κορίτσι μου, κάλμα...'' και άλλοτε με κοιτούσες ενώ άλλοτε το βλέμμα σου χανόταν.Έπειτα, έπαιρνες το λόγο και δήλωνες πάντοτε ερωτευμένος με κοπέλες διαφορετικές που κάπου μοιάζανε μεταξύ τους. Κακιά κουβέντα δεν είπες ποτέ για καμία. Σ'όλες αφιέρωνες το ροκ 'ν' ρολ στο κρεβάτι ή το τσιγάρο (αναλόγως)- το γούσταρανε- κι όταν χώριζες , τραγουδούσες μεθυσμένος ''δεν μετανιώνω που αγάπησα εσένα μόνο, δεν μετανιώνω που μόνο εσένα αγαπώ...''. Μια φορά σε ρώτησα αν ξεχωρίζεις καμιά τους. Και μου'πες ''Μπάστα μωρό μου! Καθεμιά με τη χάρη της...μοναδική για μένα δεν υπήρξε, αυτά τα ουτοπικά τα αφήνω για την πάρτη σου...μιας και το'χεις, δηλαδή , το θεματάκι...''

Τον τελευταίο καιρό είχες βρεθεί μπλεγμένος. Φοβόμουν, να σου πω , για σένα. Μη γίνει καμιά στραβή και καείς. Στα'λεγα και έβαζες τα γέλια. Μ'αγκάλιαζες και με καθησύχαζες και ισχυριζόσουν πως δε τρέχει τίποτα. Και σε πίστευα γιατί ήθελα να το κάνω. Δεν περίμενα κιόλας, μωρέ , πως θα πάθεις εσύ κάτι στα σοβαρά. Πριν δυο χρόνια ανησυχούσα λιγότερο για τα πάντα.  Και σε'βλεπα με τον καιρό να χάνεσαι. Μία ήσουν ο φίλος μου, εκείνος που γνώριζα τόσο καλά κι άλλοτε πάλι έβλεπα μπροστά μου ένα άγνωστο, ανήσυχο, φοβισμένο παιδί. Και μετά; Πουστιά. Έφυγες. Κάηκες μωρό μου κι εγώ σ'είχα πιστέψει σ'ό,τι έλεγες. Η πρώτη μου αντίδραση; Η αναμενόμενη. ''Γαμήθηκε το σύμπαν!'' Από τις 4-5 φορές που το'λεγα στα σοβαρά. Ράγισε ένας κόσμος ρε αγόρι μου. Ο δικός σου κόσμος που άλλος σαν αυτός δε θα υπάρξει ξανά. Τα πήρες όλα μαζί σου. Άπληστος μια ζωή.

Και μετάνιωσα. Να'ξερες πόσο μετάνιωσα για όσα δεν σου είπα νομίζοντας πως εννοούνταν. Εννοούνταν όντως; Καταλάβαινες τι ήθελα να σου πω πίσω από τα βλέμματα, τις σιωπές και τα μπουκάλια που μοιραστήκαμε; Κατάλαβες ρε γαμώτο μου ή πάλι μαλακία έκανα; Ήσουν έξυπνος, σου εξομολογήθηκα πολλά, ελπίζω ότι ήξερες πως σε έβλεπα.

Μου΄λεγες ως το τέλος πως η ζωή είναι ωραία. Ό,τι και να γίνει, και όταν φύγουμε δηλαδή εμείς, η ζωή θα συνεχίσει να'ναι ωραία. Κι όντως...η ζωή είναι ωραία όμως λείπει κάτι πια. Κάτι όμορφο, παράξενο, απόκοσμο. Κάτι δικό σου. Και λείπει κάτι και από μένα. Κάτι από μένα πέθανε μαζί σου. Να ξέρεις πως σε σκέφτομαι πολύ, δε σ'έχω χάσει ολότελα.

Θυμάσαι που όταν σε έπρηζα και μου κάκιωνες για λίγο, εγώ σε κοίταζα παραπονιάρικα και σου ζητούσα αγκαλιά; Κι εσύ μ'αγκάλιαζες πάντα με το απίστευτο χαμόγελο σου. Και τώρα μια αγκαλιά σου ζητάω, χρόνια τώρα, κι εσύ δεν έρχεσαι. Μια αγκαλιά ρε γαμώτο, είναι πολύ; Γιατί ρε Δημήτρη;

Έλα, το δικό μας. Δε ξεχνάω κιόλας ρε γαμώτο.
Μην κοιτάς που 'χω χρόνια να το ακούσω.
Το τραγουδάω συχνά. Από μέσα μου.

Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2012

Παρασκευή

Μας ξημέρωσε Παρασκευή. Παρόλο που είχα μάθημα πουρνό πουρνό, πήρα ομολογουμένως εύκολα την απόφαση να μην πατήσω σήμερα το ποδαράκι μου στο πανεπιστήμιο. Θες που έπρεπε να σηκωθώ από τις επτά το χάραμα; Θες που το μάθημα είναι γλωσσολογικό και βαριέμαι τη ζωή μου; Θες που η καθηγήτρια είναι ''κάπως'' και μας επισήμανε μέσα σε δύο μαθήματα γύρω στις 100 φορές πως κόβει το 95% των φοιτητών και αρά γιατί την παρακολουθούμε τόσοι; Ε, έτσι κι εγώ δεν πήγα! Διότι ούτως ή άλλως εγώ θα βρίσκομαι αναμφίβολα μέσα στο 95%! Δεν είμαι, άλλωστε , χαζή. Ξέρω καλά ποια είναι η θέση μου!

Κοιμόμουν , λοιπόν , και ονειρευόμουν ''δυο μάτια μαύρα, χωρίς κακία, γεμάτα λαύρα, μα και βλακεία'' όπως λέει και ο Σουρής όταν με ξύπνησε ένα τραγούδι που ερχόταν από κάπου απροσδιόριστα. Όταν συνήλθα λίγο αυτό το... ''κάπου απροσδιόριστα'' το προσδιόρισα. Το ίδιο και το τραγούδι. Ο από πάνω φοιτητής άκουγε στις 10 το πρωΐ το ''Για να εκδικηθώ'' κι είχε πωρωθεί κάργα! Τραγουδούσε με ένα πάθος φοβερό. Εγώ , πάλι , τηρώντας πιστά την παροιμία που λέει πως αν ήταν η ζήλεια ψώρα, θα γιόμιζε όλη η χώρα, άνοιξα τσάκα-τσάκα το ραδιόφωνο και βρήκα το σταθμό στο πιτς φυτίλι! Πωρώθηκα κι εγώ με τη σειρά μου έχοντας αγουροξυπνημένη ανακαθίσει στο κρεβάτι. Γρήγορα θυμήθηκα πως δεν είμαι καν φρεσκοχωρισμένη και άρα μάταια πωρώθηκα. Δε βαριέσαι!

Το σπίτι ήταν χάλια (τι σπάνιο!) κι εγώ βαριόμουν να συμμαζέψω (αυτό είναι ακόμα πιο σπάνιο) κι έτσι ντύθηκα, σενιαρίστηκα, άρπαξα το τσαντί μου και πήρα τους δρόμους. Αγόρασα κι έναν καφέ σε πλαστικό κι ένιωσα σαν άρχοντας! Όταν πήγα και στο αγαπημένο μου βιβλιοπωλείο; Ε, εκεί πια...ήμουν βασιλιάς. Εκεί που διάβαζα αμέριμνη τις περιγραφές διαφόρων βιβλίων , άκουσα κάποιον να φωνάζει το όνομά μου. Γυρνάω και τι να δω; Τον Λάζαρο. Όπου Λάζαρος, γνωστός μου από την μητέρα-γη. Τον ρώτησα τι δουλειά έχει στα Γιάννενα- ήμουν πάντοτε περίεργη.

''Άστα χρυσουλάκι μου! Τράκαρε ο Νίκος (ο κολλητός του που σπουδάζει στο χημικό) κι έτρεξα να τον δω!'' ''ΑΜΑΝ!'', αναφώνησα, ''είναι καλά;''. ''Ναι, μωρέ , το γομάρι. Μόνο να μας κοψοχολιάζει ξέρει...''. Σωστή παρατήρηση. Ο Νίκος, αν θυμάμαι καλά , έχει συχνά πάρε-δώσε με τα νοσοκομεία για λόγους -ευτυχώς- ελάχιστα σημαντικούς. Μετά εγώ τον κοίταξα ερωτηματικά και ως γνωστή υπέρμαχος της φιλίας τον ρώτησα γιατί δε βρίσκεται στο προσκεφάλι του κολλητού του. Ο Λάζαρος με κοίταξε προσβεβλημένος. ''Τρεις μέρες είμαι δω χρυσουλάκι μου! Στου Νίκου μένω κι όλο στα νοσοκομεία τρέχω! Τη λίμνη δεν κατέβηκα να τη δω- φαντάσου! Ένα ασημικό δεν αγόρασα! Πάλι καλά που'ναι μια χαρά ο γάϊδαρος...''

Για να ζητήσω συγγνώμη, τον προσκάλεσα στο σπίτι μου να πιούμε καφέ. Αυτό το κάνω σπάνια και το'χω για λίγους. Εκείνος δέχτηκε αμέσως αλλά με κοίταξε επιφυλακτικά. Ήθελε να βεβαιωθεί πως δεν υπάρχει κανένα θέμα. ''Ε, μπορεί να'ναι λίγο χοιροστάσιο το σπίτι μου, αλλά όσο για έναν καφέ...'', του είπα χαριτολογώντας. Ο Λάζαρος έβαλε τα γέλια. ''Α, ναι'', μου είπε , ''θυμάμαι τη σχέση μίσους και αγάπης που'χες πάντα με το νοικοκυριό. Αλλά δεν πειράζει χρυσουλάκι μου! Δεν σε προορίζαμε και ποτέ για νοικοκυρά εσένα!'' Αν με προόριζαν, θα'ταν πολύ περίεργο. 

Πήγαμε στο σπίτι μου και μόλις βρεθήκαμε στο καθιστικό, έριξα μια βιαστική ματιά. Εντάξει, δεν ήτανε και τόσο τραγικά τα πράγματα. Που'ναι άλλες εποχές; Μόνο τα πολλά βιβλία που'τανε σκόρπια από δω και από κει και ο αέρας που βρώμαγε τσιγαρίλα. Μπορεί εγώ να μην καπνίζω, αλλά καπνίζουν όλοι οι γνωστοί μου. Τον έβαλα να κάτσει κι άνοιξα το παράθυρο. Έσιαξα νευρικά το κάλυμμα του καναπέ. ''Αχ, που'σαι μάνα, να δεις τι κάνει το παιδί σου!'', σκέφτηκα. Έπειτα, άρπαξα ένα από αυτά τα αρωματικά χώρου που κάνουν φσσσστ -δώρο ενός συμφοιτητή μου ύστερα από παράπονό μου ότι μου κατάντησε το σπίτι συριανό τεκέ- με άρωμα βανίλια και άρχισα να ψεκάζω το χώρο λες κι είχα σκοπό να ρίξω γκόμενα. Αφού βρώμισε ο τόπος βανίλια, τόσο που ξύνισα τα μούτρα μου, πήγα να του φτιάξω φραπέ στην κουζίνα όπου και ανέπνευσα καθαρό αεράκι. Επιστρέφοντας με τους καφέδες κι ένα σταχτοδοχείο παραμάσχαλα, τον είδα να χαϊδεύει την κιθάρα με τρυφερότητα και αγάπη. Με ρώτησε αν παίζω ακόμα και του είπα πως ναι, αλλά αραιά και που. Λυπήθηκε λίγο γιατί όταν κάναμε περισσότερη παρέα έπαιζα πολύ συχνότερα.

Μιλήσαμε για πολλά και μας πήρε η ώρα. Είπαμε για τις σπουδές, τα ερωτικά κι άλλα τέτοια αναίμακτα. Μετά μιζέρια. ''Άλλα θέλαμε!''. Έπειτα απαισιοδοξία. ''Και μετά τι; Στο μέλλον...πώς;'' Στο τέλος ελπίδα. ''Κάτι δε θα γίνει μωρέ;'' Αποδοχή της κατάστασης. Η διαδρομή είναι γνωστή πια, μάθαμε και προσπερνάμε τις παγίδες. Με ρώτησε αν μπορεί να παίξει στην κιθάρα μου. Του απάντησα, ''ελεύθερα'' και με ψευτομάλωσε. ''Αχ, Δανάη! Πότε θα γίνεις επιτέλους ΛΙΓΟ κτητική; Σε όλα να δίνεις το ελεύθερο;'' Γέλασα. Κάπου έχει δίκιο ο Λαζαράκος.

Πριν χωριστούμε, μου είπε λιγάκι συνωμοτικά πως στην τελική δεν άλλαξα. Είμαι πάντοτε λίγο παιδί. ''Αλίμονο αν δεν ήμουν'', του απάντησα. Συμφώνησε. ''Να τους βράσουμε αυτούς που δεν είναι ΚΑΙ παιδιά!'' 

Ξημερώνει Σάββατο.
Όμορφη βραδιά ρε γαμώτο!
Και το φεγγάρι γεμίζει.

Αγαπημένο τραγούδι από τα λίγα!
 

Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2012

Γενικού περιεχομένου...

Σε στιγμές που δεν νιώθω καλά ή ακόμη και σε πιο βαριές περιπτώσεις που το βλέπω ξεκάθαρα πως πιάνω πάτο, θα σκεφτώ με την μία έναν μόνο άνθρωπο - τον Στέφανο. Σ'αυτόν θα τηλεφωνήσω πρώτα. Τον ξέρω πολλά χρόνια και δεν ήταν ποτέ του αισιόδοξος. Αντιθέτως πρόκειται για έναν φύσει απαισιόδοξο άνθρωπο. Και αυτό είναι , για μένα , το πιο ωραίο στην όλη υπόθεση. Παρόλη την απαισιοδοξία του ο συγκεκριμένος άνθρωπος τα καταφέρνει πάντοτε και μου φτιάχνει το κέφι. Και ο λόγος είναι απλούστατος. Αν, για παράδειγμα , του πω πως η ζωή είναι σκατά, εκείνος δε θα μου πετάξει ένα αναμενόμενο, ''Ναι, συμφωνώ. Είναι σκατά!'', αλλά θα προσπαθήσει με κάθε μέσο να με πείσει πως η ζωή είναι ωραία. Και τότε είναι που τον ακούω να χρησιμοποιεί τα δικά μου - υπό κανονικές συνθήκες - επιχειρήματα. Αυτό , για μένα , δείχνει μεγάλη δύναμη και ψυχή. Γιατί είναι πολύ ωραίο , όταν ο απέναντί σου δεν είναι καλά, εσύ να παλέψεις για να του φτιάξεις τη διάθεση και όχι για να τον κάνεις να νιώσει ακόμα χειρότερα. Υπάρχουν και τέτοιοι φίλοι, μην νομίζετε. Η δεύτερη περίπτωση δείχνει και μια κάποια μικροπρέπεια, ε; Μια μικρή αναφορά , λοιπόν , στο φίλο Στέφανο που'χω καιρό να τον δω και μου λείπει πολύ. Είναι που θυμάμαι τα γέλια που κάναμε μαζί, που κυριολεκτικά κρατιόμασταν ο ένας από τον άλλο για να μην πέσουμε κάτω, αλλά και το περιβόητο μότο του - παρμένο από ένα παλιό άσμα του Β. Παπακωνσταντίνου - : ''Ευτυχώς που η πατρίς δικαιώνεται σε ταβέρνες, πλατείες και αλάνες, ευτυχώς που δε χάθηκε ο έρωτας, ευτυχώς που υπάρχουν πουτάνες.'' Η συνηθισμένη του απάντηση στην ερώτηση, ''Στέφανε, πώς τα βλέπεις τα πράγματα;''

Kαι με την αναφορά στον τραγουδιστή συνειρμικά μου'ρχεται στο νου ένας άλλος φίλος μου που τον ακούει πολύ, ο Σταμάτης. Άλλωστε, χθες έβρεξε τόσο πολύ εδώ που ήταν αναπόφευκτο να μην τον σκεφτώ. Την αγαπάει τη βροχή. Είναι από τους ελάχιστους φίλους μου που δέχονται να βγαίνουν μαζί μου σε καταρρακτώδη βροχή χωρίς ομπρέλα ή κουκούλα. Άλλοι φοβούνται για το μαλλί και άλλοι μην αρρωστήσουν, μα ο Σταμάτης ήταν ανέκαθεν πρώτος σε κάτι τέτοια. Μέχρι και που φύγαμε για σπουδές δεν υπήρχε καταιγίδα που να μην την περάσουμε μαζί τριγυρνώντας από δω και από κει παρά το γεγονός ότι αρρωσταίνουμε κι οι δύο πολύ εύκολα. Σκεφτήκαμε, εξομολογηθήκαμε, τραγουδήσαμε και κυρίως γελάσαμε πολύ υπό τον ήχο αστραπών. Βρίσκαμε πάντοτε κάτι το μαγευτικό στη βροχή και κυρίως στην εκθέσή μας σε αυτή, κάτι που ποτέ δεν καταφέραμε να το εξηγήσουμε αν κι ένα φεγγάρι το προσπαθήσαμε.

Γενικά είμαι πολύ καλά τις τελευταίες ημέρες. Κουράζομαι, βέβαια , αρκετά διότι έχω τα μαθήματα στη σχολή, ξεκίνησα και πληροφορική και γενικώς τρέχω πολύ. Αλλά εντάξει, δεν με ενοχλεί αυτό. Αντιμετωπίζω (ξανά) τα πάντα με χιούμορ αν και ο κολλητός μου ο Γιώργος φροντίζει πάντοτε να μου υπενθυμίζει πως το χιούμορ συνήθως λειτουργεί σαν ασπίδα, σαν άμυνα και πως οι άνθρωποι με πολύ χιούμορ είναι συνήθως πολύ μελαγχολικοί. Τουτέστιν μου φτιάχνει τη διάθεση.

Είναι και ο έρωτας που βοηθάει και ας έχει καταντήσει όλο αυτό πολύ κλισέ. Εγώ σας μιλάω βιωματικά τώρα. Ο έρωτας κάνει καλό, τον προτείνω. Έχει ένα γούστο που βλέπω να με συγκινούν για πρώτη φορά αισθηματικές ταινίες κι ερωτικά τραγούδια και που στα ερωτικά ποιήματα με πιάνουν κλάμματα. Είναι όμορφο να παρατηρώ με τις ώρες το φεγγάρι, τα άστρα, ή τη θέα του μπαλκονιού μου. Κι είναι παράξενο -τουλάχιστον για μένα- που για πρώτη φορά βλέπω τον κόσμο τόσο πολύχρωμο. Πιο παλιά υπήρχαν για μένα κυρίως δυο χρώματα, μαύρο κι άσπρο. Μα όλα είναι διαφορετικά πια.

Όπως και να'χει το συμπέρασμα είναι πως η ομορφιά είναι γύρω μας και μέσα μας. Δεν πρέπει να'μαστε αχάριστοι. Μια ''καλημέρα'', ένα ''ευχαριστώ'', μια ευγενική χειρονομία, ένα χαμόγελο, ένα ιδιαίτερο βλέμμα, η σιωπή που μοιράζονται δυο άνθρωποι, τα λόγια που λέγονται κι εκείνα που δε λέγονται, η ελπίδα που μπορεί να κρύβεται σε μια αγκαλιά, όλα αυτά είναι ξεχωριστά κι εγώ νιώθω ξαφνικά πολύ τυχερή που τα ζω και που τα εκτιμώ.

Μία άλλη φίλη μου, η Κατερίνα θα μου'λεγε σίγουρα πως μετά από όλη αυτή τη χαρά θα'ρθει η απόλυτη καταστροφή. Δε ξέρω αν έχει δίκιο αλλά καλώς ή κακώς ζω μόνο στο ''τώρα''.

Καλό ξημέρωμα.

Υ.Γ.


Για το τέλος... το αγαπημένο τραγούδι του Σταμάτη από τον Παπακωνσταντίνου.
Κακά τα ψέμματα. Γαμάτα τα Γιάννενα αλλά εκείνη η παρέα μου λείπει φρικτά. 

Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2012

Συζήτηση με την μάνα...

Συζήτηση ανάμεσα σε εμένα- τη φοιτήτρια σε άλλη πόλη και την μάνα μου.
 
-Έλα μαμά... (βαριεστημένα)
-Που είσαι παιδάκι μου; Γιατί δεν σηκώνεις τα τηλέφωνα;!
-Ποια τηλέφωνα ρε μάνα;! Πριν 5 λεπτά με πήρες και μόνο τότε δεν απάντησα!
-Ναι, αλλά ξέρεις τι σκέφτηκα εγώ; Γιατί δεν είσαι στο σπίτι;
-Είχα πληροφορική..τώρα τέλειωσα!
-Δεν είχες σχολή;
-Είχα 9-12! Τα'παμε χθες!
-Και πότε έκανες πληροφορική;
-Ε, μετά τις 12...
-Τι πίνεις;
-Καφέ!
-Πάλι;!
-Τι πάλι; Πότε ήπια ρε μάνα;
-Χθες! Και μάλιστα δύο!
-Σήμερα είναι μια άλλη μέρα. Είναι η πρώτη μέρα της υπόλοιπης ζωής μου.
-Έφαγες τίποτα το πρωί ή νηστική τον πίνεις;
-Έφαγα! (μούσια...)
-Τι;
-Μακαρόνια με τυρί!Ωχού!Σε κλείνω!
-Κάτσε παιδάκι μου!
-Ε, τι άλλο πια;
-Θα πας στο σπίτι τώρα;
-Όχι ακόμα. Θα κάνω καμιά βόλτα.
-Μόνη σου; Να προσέχεις!
-Μη μου δώσουν καραμέλες;
-Αχ, εσύ δε ξέρεις! Ο κόσμος είναι κακός!
-Και τι καλά που κάνει!
-Και πρόσεχε μην σε πατήσει κανά αυτοκίνητο! Εκεί πέρα τρέχουν σαν τρελοί!
-Αμάν ρε μάνα! Λες και εκεί κυκλοφορούν κάρα σε χωματόδρομους! Δηλαδή ΕΛΕΟΣ!
-Χθες τι ώρα γύρισες;
-Αργάμιση!
-Λέγε παιδάκι μου!
-Δε ξέρω ρε μάνα! Δεν είχα και το ρολόι στο χέρι!
-Κι ήπιες;
-Όχι, κοιτούσα τους άλλους που πίνανε.
-Τι ήπιες;
-Μπύρα!
-Μία;
-Ίσον καμία.
-Αχ, πρόσεχε παιδί μου. Είσαι μικρή ακόμα!
-Ναι, μόλις που περπάτησα! 19 είμαι!
-Παιδάκι είσαι ακόμα!
-Ναι, αγνό και αμόλυντο.
-Το μεσημέρι τι θα φας;
-Τα πόδια μου.
-Δεν έβγαλες τίποτα να ξεπαγώσει;
-Όχι, έφυγα βιαστικά για να πάρω το λεωφορείο.
-ΚΑΙ ΤΙ ΘΑ ΦΑΣ;
-Λες να μη βρω κάτι να φάω σε ολόκληρα τα Γιάννενα,τη τρέλα μου μέσα;
-Δηλαδή τι; Θα φας έξω;
-Να το πάρω στο σπίτι λες;
-Πρέπει να αρχίσεις να μαγειρεύεις παιδάκι μου!
-Δε φτιάχνω μακαρόνια, αυγά και κάτι άλλα;
-Πρέπει να μάθεις και τίποτα άλλο!
-Δε γίνεται. Εγώ είμαι άνθρωπος του πνεύματος- ενίοτε και του οινοπνεύματος. Με την μαγειρική δε το'χω. Δε γίνεται να'μαστε σε όλα καλοί, ξέρεις τώρα...
 -Καλά, πρόσεχε τώρα που μιλάς στο κινητό! Μπορεί να σε χτυπήσει αμάξι!
-Ναι, γιατί οδηγώ κιόλας...
-Μπορεί να σε πατήσουν παιδάκι μου αν περάσεις βιαστικά το δρόμο!
-Κοιτάζω τα φανάρια ρε μάνα!
-Α! Φόρεσες κασκόλ στο λαιμό, όπως σου είπα;
-Τι λες ρε μάνα! Οκτώβρη μήνα θα κυκλοφορώ εγώ με το κασκόλ; Εδώ δε το φοράω το Γενάρη!
-Αφού έχεις ευαισθησία στο λαιμό!
-Εμένα έτσι μου αρέσει!
-Ζακέτα έχεις μαζί σου;
-Μάνα δεν σε πιάνω, χάνω το σήμα!

Η συζήτηση του παραλόγου!



Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2012

Λόγω της ημέρας...

Ξημέρωνει. Έχει πολύ γούστο τελικά να'σαι ξύπνιος όταν οι πολλοί κοιμούνται. Η μέρα που'ρχεται -υπό άλλας συνθήκας- θα'τανε σημαντική για σένα και για μένα. Θα την περνούσαμε μαζί; Δε ξέρω, η απόσταση βλέπεις. Οπωσδήποτε θα της δίναμε μια κάποια σημασία. Θα θυμάσαι πως δεν τα πήγαινα καλά με τις ημερομηνίες. Κάποια στιγμή - εξ αιτίας σου - άρχισα να τις σημειώνω και να τις μνημονεύω.

Τέτοιες -σημαντικές- μέρες σε σκέφτομαι πολύ. Δε γίνεται αλλιώς. Το πιστεύω. Σ'αγαπάω ακόμα. Γιατί η αγάπη είναι άλλο από τον έρωτα. Ο έρωτας σαν να'χει γεννηθεί για να χάνεται, μπορεί και από φόβο μην καταντήσει ανιαρός. Η αγάπη όμως πώς να χαθεί από την μια μέρα στην άλλη; Μοιράστηκα μαζί σου χρόνια, έγνοιες, όνειρα , μυστικά , νύχτες, φόβους και με ξέρεις καλύτερα από τον καθένα. Θέλω να'σαι καλά. Το θέλω πολύ. Γιατί το αξίζεις. Να βρεις αυτό που ψάχνεις και που σε κάνει χαρούμενο. Να γελάς. Κι εύχομαι στ'αλήθεια να βρεις εκείνη που θα πετύχει εκεί που εγώ απέτυχα. Έχω την αίσθηση πως θα το καταφέρεις. Στο κάτω-κάτω είσαι ερωτεύσιμος. Μπορεί να'ναι που δείχνεις τόσο ελεύθερος και σίγουρος. 

Μου φαίνεται παράξενο -απίστευτο!- που δεν κλαίω πια στα κρυφά για σένα. Δεν ελπίζω πια, δεν σε περιμένω. Ξέφυγα. Τελειώσαμε. Το ξέρω πως δεν πρόκειται ποτέ ξανά να γυρίσεις και να με κοιτάξεις με εκείνο το ξεχωριστό βλέμμα που προοριζόταν μόνο για μένα και που δημιουργούσε την αίσθηση πως στον κόσμο άλλος δεν υπάρχει, παρά μονο εσύ κι εγώ. Στο μεταξύ μας μάλλον αποτύχαμε. Ή ίσως και να μη φταίμε. Ίσως εμείς να προσπαθήσαμε. Δε ξέρω... έχει μήπως σημασία πια; Εγώ στο κάτω-κάτω είμαι χαρούμενη. Γιατί είχαμε το θάρρος να το ζήσουμε και να διεκδικήσουμε αυτό που πραγματικά θέλαμε. Γιατί είχαμε την μαγκιά να μετατρέψουμε το όνειρο σε πραγματικότητα κι έπειτα πάλι κάναμε την πραγματικότητα να μοιάζει λιγάκι με όνειρο.

Εδώ πρέπει να σου πω πως τη φοβόμουν πολύ την μέρα που δε θα'χαμε τίποτα να πούμε και απλώς θα κοιταζόμασταν στα μάτια. Έτρεμα την αίσθηση ότι θα ξυπνήσω δίπλα σου και θα'ναι σαν να'χω ξυπνήσει πλάι σε έναν ξένο. Και ό,τι φοβόμουν το βίωσα. Και σε θυμάμαι να μου λες -με ειρωνεία ή με πίκρα- ''πριν το τέλος πως μοιάζει η σιωπή με αγάπη μεγάλη''. Κι είχα γελάσει τότε μάλλον για να αποφύγω να σου πω κάτι.

Δε ξέρω πως να τελειώσω το κείμενο. Μου λείπουν οι καλημέρες και οι καληνύχτες μας, οι συζητήσεις που κάναμε τις νύχτες τύφλα στο μεθύσι, τα παραληρήματά σου, οι διαφωνίες μας, η περίεργη λάμψη των ματιών σου, οι ζήλειες μας. Μου λείπει η ερωτευμένη - μαζί σου - Δανάη κι εκείνο που ένιωθα για σένα. Και από την άλλη μου φαίνεται περίεργο που δε θα σε ξαναδώ να με περιμένεις στα σκαλοπάτια του σπιτιού μου και μου φαίνεται τρελό που όποτε είμαι σκατά δεν σου τηλεφωνώ. Κι ώρες-ώρες με κατηγορώ για όσα δεν σου είπα ποτέ, για τις στιγμές που δε σου αφιέρωσα, για τις ώρες που σου κάκιωσα, για τα φιλιά που δεν σου έδωσα νομίζοντας πως έχω χρόνο. Ανοησία μου. 

Απόψε πίνω σε σένα. Στο ταξίδι που δεν κάναμε. Στην αγαπημένη σου φράση : ''Βρες αυτό που αγαπάς και άφησε το να σε σκοτώσει''. Στη ζωή που θα αλλάξουμε. Στα όνειρά που έκανες και δεν κατάλαβα ποτέ. Στις ελπίδες και τα ''ίσως'' μας. Στους στίχους που ψιθυρίσαμε αγκαλιά. Στον έρωτα που ζήσαμε και πήγαμε ως το τέλος. Σε όσα ξέρουμε μονάχα οι δυο μας κι είναι αποκλειστικά δικά μας.

 
Ίσως το τελευταίο τραγούδι που ακούσαμε μαζί. 


Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2012

Γενικά...για τον έρωτα

Η φίλη μου η Α. φοβάται την μοναξιά. Εντάξει, ίσως να σκεφτείτε πως αυτό δεν είναι και κάτι το ιδιαίτερο. Στην πραγματικότητα οι περισσότεροι τη φοβούνται. Και δεν νομίζω, βέβαια , να την εννοεί με την ακραία έννοια της... όπως κάνει, για παράδειγμα, η Γώγου σε ανάλογο ποίημά της. Απλώς θέλει κάποιον δίπλα της. Για να λέμε την αλήθεια έχει ανάγκη από κάποιον. Και φυσικά δε γίνεται λόγος για τον πρώτο τυχόντα, αλλά για εκείνον τον... μοναδικό που μεταξύ των θα υπάρχει ο έρωτας. Βγήκε από μια σχέση με τα όλα της -τουτέστιν με πισωγυρίσματα, υποσχέσεις και τα τοιαύτα- που την ταλαιπώρησε και τώρα θέλει να ερωτευτεί ξανά και να δοθεί ξανά ολοκληρωτικά στον έναν.

Εν τω μεταξύ,όσο περνούν τα χρόνια,νιώθω κι εγώ την ίδια ανάγκη όλο και πιο συχνά. Χρειάζομαι κάποιον- είναι τόσο απλό. Διότι καταλαβαίνω πια πως ο ένας ισοδυναμεί με το τίποτα ενώ οι δύο είναι δύναμη. Όχι τόσο για να έχω έναν άνθρωπο όσο γιατί έχω έντονη την επιθυμία να μοιραστώ, να προσφέρω, να προστατεύσω, να αφουγκραστώ. Ποτέ δεν ήμουν ανάπηρη συναισθημάτων, ούτε και τώρα. Θέλω να δώσω. Έχω καιρό να το κάνω κι είμαι στη φάση που αισθάνομαι πως με την μοναξιά δεν πάει άλλο. Και το λέω εγώ αυτό που την αγαπώ την μοναξιά, που τη χρειάζομαι, που σπάνια αγανακτώ μ'αυτή. Και το ξέρω πως το συγκεκριμένο κενό στο καλύπτει ένας. Οι πολλοί το μεγαλώνουν, κάνουν την μοναξιά σου αφάνταστα ανυπόφορη. 

Και ποτέ δεν κατάλαβα τους ανθρώπους εκείνους που χαραμίζουν τον εαυτό τους σε σχέσεις ανούσιες και ανώφελες μόνο και μόνο για να έχουν μια παρέα. Μα δεν αγαπάνε καθόλου τον εαυτό τους; Θεωρούν ότι όλο αυτό αξίζει στους ίδιους ή τα ταίρια τους; Ο κολλητός μου λέει πως οι ανθρώπινες σχέσεις έτσι είναι σήμερα και με βρίσκει πολύ ρομαντική για τον καιρό μας. Εγώ θεωρώ μια τέτοια στάση συμβιβαστική και βρίσκω πιο ανήθικο ακόμα να είσαι με κάποιον όταν δεν έχεις για αυτόν αισθήματα ενώ εκείνος για σένα έχει.

Μπορώ να το παινεύομαι -στα μεγάλα κέφια μπορεί και να το κάνω- πως σε όσες σχέσεις δημιούργησα ως τώρα στάθηκα ειλικρινής. 'Ημουν αληθινή απέναντι σε εκείνους και σε μένα. Μου έδωσαν κι έδωσα. Δεν έχω να παραπονεθώ για τίποτα. Μου'χει μείνει μια γλυκιά γεύση (ούτε καν γλυκόπικρη για όσα τυχόν δε ζήσαμε- γιατί αυτή είναι η ζωή, δεν είμαστε σε σαπουνόπερα) άρα μάλλον σε γενικές γραμμές...περάσαμε καλά. Και τώρα προτιμώ να περιμένω τον έναν και να τον διεκδικήσω παρά να αναλωθώ.

Και κάτι τέτοιο θα συμβούλευα σε όλους τους φίλους μου. Θα τους παρότρυνα να ερωτευτούν- τρόπος του λέγειν, αυτά σου συμβαίνουν. Δεν τα προκαλείς. Κι αν ερωτευτούν να αφεθούν σε αυτό το αίσθημα. Να μην αφήσουν τη λογική να τους χαλιναγωγήσει, αν και μετά από κάποιο σημείο αυτό είναι αδύνατο. Είναι παράλογο συναίσθημα ο έρωτας. Ίσως το πιο μεθυστικό ποτό. Είναι μια σκληρή εξάρτηση. Είναι δύσκολος ο έρωτας. Πότε σε ανεβάζει στα αστέρια και πότε σε ρίχνει στη φωτιά. Έτσι απλά. Χωρίς ίχνος ελέους. Μία πιάνεις τον εαυτό σου να χαίρεται χωρίς λόγο και άλλοτε πάλι να κλαίει για λόγους ανεξιχνίαστους. Ό,τι και να σου συμβεί σε μια τέτοια εποχή, δεν είναι να απορείς. Ο έρωτας σε αλλάζει, σε αποβλακώνει, σε αρρωσταίνει, σε θλίβει, σε χαροποιεί και άλλα πολλά.

Η ουσία είναι να ξεπερνάμε τις όποιες ανασφάλειες και τη δειλία μας -που μάλλον είναι έμφυτη στους περισσότερους- και να διεκδικούμε. Τίποτα δε μας χαρίζεται και πολλές φορές η απλή έλξη δεν είναι ικανή για τίποτα παραπάνω. Να κάνουμε στην άκρη τον εγωισμό μας και να δείξουμε τον έρωτά μας. Άλλωστε εγωισμός κι έρωτας δε ταιριάζουν, δεν έχουν καμία σχέση. Για ποιον εγωισμό να μιλήσουμε όταν υπάρχει στην μέση ο έρωτας; Διότι όταν ερωτεύεσαι τον άλλο και τον διεκδικείς, τότε νιώθεις πως η ζωή σου έχει ένα κάποιο νόημα.

Αν έπινα απόψε, θα έπινα στην υγεία των ερωτευμένων.
Αλήθεια, απορώ αν η αποψινή μου ανάρτηση βγάζει νόημα.
Πιστεύω πως όσοι είναι ερωτευμένοι...θα καταλάβουν.
Θα δικαιολογήσουν. Είμεθα ανεκτικό είδος.

Η Α. είπε να διαλέξω αυτό το τραγούδι για την ανάρτηση:
 Καλό ξημέρωμα...

Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2012

Η γοητεία του να ξενυχτάς

Τελευταία νιώθω πως έχω εντρυφήσει στο ξενύχτι. Εντάξει, υπήρχαν και παλαιότερα βραδιές που δεν κοιμόμουν αλλά ελάχιστες. Άλλωστε, την εποχή εκείνη ήμουν συνήθως ψόφια από την κούραση. Ξυπνούσα πρωί, πήγαινα σχολείο, πήγαινα φροντιστήρια, μελετούσα (καλά αυτό μόνο στη Γ' λυκείου- άντε και στη Β'!) και το αργότερο στις 12 το βράδυ έπεφτα σαν ψόφιος κοριός. Και πέρσυ στην αρχή του πανεπιστημιακού έτους συνήθως κοιμόμουν σε ώρες κανονικές. Ήταν που ''χτύπαγα'' κάτι εννιάωρα στη σχολή και που σηκωνόμουν από τις επτά το χάραμα , μετά έβγαινα κι έξω και όταν γυρνούσα σπίτι ήμουν σε μια φάση να κοιμηθώ στο πάτωμα με τα ρούχα. Το ''πανηγύρι'' άρχισε στο εαρινό εξάμηνο. Οι λόγοι -για μένα- είναι γνωστοί. 

Όπως και να'χει στην αρχή το ξενύχτι δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο. Βασικά ήταν ένα δείγμα ότι δεν ένιωθα καλά και γι'αυτό δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Δεν είχε και πολλά ωραία το ξενύχτι της εποχής εκείνης. Μάλλον το ξημέρωμα με έβρισκε εξουθενωμένη και απογοητευμένη. Τίποτε παραπάνω. Τώρα όμως όλα είναι διαφορετικά. Καταρχήν είναι η ζωή μου διαφορετική μα άλλαξα κι εγώ η ίδια.

Πλέον τη λατρεύω την νύχτα. Έχει κάτι το αφάνταστα γοητευτικό και μαγευτικό. Είτε με ξαστεριά, είτε με συννεφιά, είτε να βρέχει, είτε όχι, είτε με φεγγάρι, είτε χωρίς, είναι γεμάτη από αισθήσεις, αρώματα κι εικόνες. Τις προχωρημένες ώρες θέλω απαραίτητα να τις περνάω μόνη μου ή με κάποιο άτομο που αγαπώ πολύ και όχι να τις αναλώνω σε αδιάφορα πάρτυ. Δεν είναι αυτό που με γεμίζει. Εγώ τις νύχτες με ψάχνω και με ανακαλύπτω. Και αυτό δεν πρόκειται να το χαραμίσω. Δε ξέρω πως φαίνεται σε εσάς η ιδέα του να ξενυχτά κάποιος με την μόνιμη σκέψη ενός και μοναδικού ατόμου στο μυαλό του. Εγώ, πριν από ένα χρόνο, θα το θεωρούσα μάλλον θλιβερό και ανώφελο. Τώρα τη διαδικασία αυτή την ονομάζω ''έρωτα'' ή όπως και να'χει πρόκειται για κάτι που πολύ του μοιάζει. 

Δεν είναι όμορφα με την κλασική την έννοια τα ξενύχτια μου. Όμως τα συναισθήματά μου εκδηλώνονται στο έπακρο και αυτό είναι κάτι που με ευχαριστεί πολύ. Για συντροφιά μου έχω εκείνη τη φοιτήτρια στο απέναντι διαμέρισμα που πότε-πότε χαιρετιόμαστε και το φως της μου κρατάει συντροφιά τουλάχιστον ως τις 6 το πρωί. Μα κι εκείνον τον φοιτητή που μένει από πάνω μου και παίζει κάτι νότες στην κιθάρα του γύρω στις 5. Ξαπλώνω στον καναπέ κι έχω απέναντί μου το ανοιχτό παράθυρο. Βλέπω έτσι τον ουρανό, τα αστέρια, το φεγγάρι. Συνήθως γράφω ή ακούω ραδιόφωνο. Βρίσκεις καταπληκτικά τραγούδια στο ραδιόφωνο τις προχωρημένες ώρες. Άλλοτε πάλι διαβάζω. Η τηλεόραση μπορεί να'ναι ανοιχτή ή κλειστή- συνήθως κλειστή-, ούτως ή άλλως δεν έχει καμία σημασία. Μπορεί να κλάψω ή να γελάσω, να χαρώ ή να απελπιστώ, όπως και να'χει ξεσπάω. Κι έχουν δίκιο που λένε πως αυτό που είσαι φαίνεται όταν μένεις μόνος σου τις νύχτες.

Έπειτα κατά τις 5.30 μπορεί να βγω μια βόλτα στην πλατεία που'ναι κοντά στο σπίτι μου. Δε συναντώ πολλούς τέτοιες ώρες. Την καθαρίστρια του απέναντι μαγαζιού που πια λέμε ''καλημέρα'', μερικούς ξένους που μπορεί να μου ζητήσουν τσιγάρο, κάποιους άντρες έξω από ένα κοντινό strip-club, ένα συμφοιτητή μου που μάλλον είναι επίσης ξενύχτης αυτόν τον καιρό και μερικές άλλες στάνταρ φάτσες που απλώς κοιτιόμαστε και μπορεί και να χαμογελάσουμε ο ένας στον άλλο. 


Στη τελική τα ξενύχτια μου είναι γεμάτα από επιθυμίες, μοναξιά, ανείπωτα λόγια, μετάνοια, ελπίδες, γέλια, συμπεράσματα, δάκρυα και αραιά τηλεφωνήματα από/σε φίλους. Νομίζω πως είναι οι πιο γεμάτες και οι πιο αληθινές ώρες της ημέρας μου.

Καλό Σαββατοκύριακο!


Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2012

Στον Θ.

Αυτό είναι το πρώτο κείμενο που γράφω για σένα και θέλω αυτό το... κάτι που βγαίνει από μέσα μου 
να'ναι εξαιρετικά όμορφο, τρυφερό και ασυνήθιστο για να σου μοιάζει...

Ξέρεις οι μέρες και οι νύχτες μου δεν είναι πια οι ίδιες και η αιτία είσαι συ. Μπήκες ξαφνικά στη ζωή μου και την ανέτρεψες. Δεν είμαι η ίδια πια. Άλλαξα. Και θα'θελα πολύ να γνωρίσεις και να αγαπήσεις αυτόν τον νέο μου εαυτό. Έχω γίνει πιο συναισθηματική, ρομαντική, ανεκτική και από την άλλη πιο ανασφαλής, γκρινιάρα και κυκλοθυμική και δε ξέρω αν όλο αυτό είναι καλό ή κακό αλλά πάντως αποτελεί μια αλλαγή. Και κάθε αλλαγή έχει κάτι το ωραίο. Είχα καιρό να αισθανθώ έτσι με κάποιον - για κάποιον. Και αυτό με ενθουσιάζει.

Ξέρεις αυτή η πόλη σαν να πλημμύρισε έρωτα στα ξαφνικά. Είναι που τριγυρνάς κι εσύ κάπου στους δρόμους της. Είναι που ζεις κι εσύ σ'αυτή. Εδώ γελάς κι εδώ στεναχωριέσαι. Εδώ φοβάσαι κι εδώ τολμάς. Εδώ ζεις. Κι είναι που κοιτάμε τον ίδιο ουρανό και αντικρίζουμε το ίδιο φεγγάρι. Κι είναι που ανασαίνουμε τον ίδιο αέρα και φυλαγόμαστε από την ίδια βροχή. Κι είναι που και οι δυο στην ίδια πόλη κάνουμε τα όνειρά μας. 

Ξέρεις μπορεί να μην έχουμε ανταλλάξει πολλές κουβέντες μα καμιά φορά και τα λόγια είναι περιττά. Με το βλέμμα πάντως έχουμε πει πολλά. Θα'θελα όμως μια μέρα να έρθεις, να καθίσεις απέναντί μου και να μου μιλήσεις για σένα. Να μου πεις για τη ζωή , τα όνειρα, τον εαυτό σου ή για ό,τι άλλο θες. Να μου μιλάς ασταμάτητα και για ώρες. Θέλω πολύ να σε μάθω και να μου προσφέρεις μια φορά το χρόνο σου. Θα'ταν μια όμορφη έκπληξη για μένα.

Ξέρεις ούτε που κατάλαβα πως την πάτησα μαζί σου. Τελικά σε τέτοιες περιπτώσεις ποτέ δεν προαισθάνεσαι αυτό που πρόκειται να γίνει. Και το μόνο που ξέρω τώρα είναι πως θέλω να σε βλέπω συνέχεια, να βρίσκομαι κοντά σου και να κλέβω στιγμές σου. Χαίρομαι για το χρόνο που μου αφιερώνεις και μαγεύομαι από τα βλέμματα που ανταλλάσσουμε. Ξενυχτάω με τη σκέψη σου και ακούω τραγούδια που σε θύμιζουν έντονα. Και το ξημέρωμα δε με βρίσκει πια εξουθενωμένη αλλά χαμογελαστή και αισιόδοξη. Λένε πως έχω γίνει πιο ''χαζοχαρούμενη'' κι είναι αλήθεια. Γελάω πιο εύκολα με τα πάντα, όποτε σε σκέφτομαι χαμογελάω και όποτε μιλώ για σένα λάμπω γιατί νιώθω μια ανεξήγητη περηφάνεια. Είναι σαν να'χω ερωτευτεί τα πάντα γύρω σου, τον κόσμο που σε περιβάλλει και το κατάδικό σου ανεξερεύνητο σύμπαν. 

Ξέρεις θα γούσταρα να γυρίσεις μια φορά και να με δεις με προσοχή. Μην μείνεις στο βλέμμα. Να με κοιτάξεις προσεκτικά. Θέλω πολύ να δεις πόσο δίπλα σου είμαι, πόσο κοντά σου. Σε θέλω πολύ. Έτσι όπως ακριβώς είσαι. Να μην αλλάξεις σε τίποτα. Δεν με νοιάζει που δε συμφωνούμε σε πολλά, εγώ έτσι σε γνώρισα κι έτσι γοητεύτηκα από σένα. Δε ζητάω πολλά ρε γαμώτο. Μόνο να συνειδητοποιήσεις τι ακριβώς νιώθω για σένα. Πως δεν είσαι κάτι περαστικό, πως δεν περνάω την ώρα μου, πως δεν ''παίζω'' μαζί σου. Κι αν αντιδράω παράξενα μερικές φορές είναι που κι εγώ εκπλήσσομαι από τον εαυτό μου και από τα όσα αισθάνεται για σένα.

Στην αρχή σκάλωνα μόνο με το βλέμμα σου και αλήθεια, δε ξέρω αν θα σε πρόσεχα, αν δε μου'δινες πρώτος σημασία. Το μόνο που ξέρω είναι πως τώρα σκαλώνω με την κάθε σου κίνηση. Είτε με αφορά είτε όχι. Και πως το πιο δυνατό άρωμα είναι το after shave σου, το πιο όμορφο χρώμα εκείνο των ματιών σου και το πιο μεθυστικό ποτό, το χαμόγελό σου. 

Ίσως να σου φαίνονται παράξενα όλα αυτά μα έτσι μου φαίνονται κι εμένα.
Κάτι τελευταίο : θέλω πολύ να γίνουν όλα λίγο πιο ακατάλληλα μεταξύ μας. Τίποτε άλλο.